Ήταν 30 Μαρτίου του 1960 όταν υπογράφηκε η διμερής σύμβαση μεταξύ Δυτικής Γερμανίας και Ελλάδας «περί απασχολήσεως Ελλήνων εργατών στη Γερμανία» και άνοιξε ο δρόμος για τη μαζική, πια, μετανάστευση των Ελλήνων που αναζητούσαν μια εργασιακή διέξοδο.
Άνθρωποι από όλη την Ελλάδα, κυρίως από αγροτικές περιοχές, άμαθοι στα βιομηχανικά περιβάλλοντα και τις συνθήκες τους, εγκατέλειψαν τον τόπο τους με την ελπίδα μίας καλύτερης ζωής. Άλλοι λόγω χρεών, άλλοι λόγω πολιτικών διώξεων και άλλοι ελπίζοντας σε μία καλύτερη ζωή, βρέθηκαν σε μία ξένη χώρα, χωρίς να μιλάνε τη γλώσσα της, πλήρως εξαρτημένοι από τις άδειες εργασίας και παραμονής τους σε αυτήν.
Το εργατικό δυναμικό είχε ελεγχθεί ως προς την «καταλληλότητά του» από πλευράς ηλικίας, υγείας και ευρωστίας. Οι συμβάσεις εργασίας ήταν ορισμένου χρόνου, αλλά αυτό που ορίστηκε ως «παροδική» μετανάστευση, σύντομα μετατράπηκε σε μόνιμη εγκατάσταση.
Άλλος ο κόσμος που άφησαν, άλλος ο κόσμος που βρήκαν.
Με δυσκολίες και πέφτοντας, πολλές φορές, θύματα εκμετάλλευσης, κυρίως λόγω της άγνοιας της γλώσσας, οι άνθρωποι αυτοί αγωνίστηκαν και προόδευσαν παρέχοντας ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά τους. Στήριξαν οικογένειες, σπούδασαν παιδιά και εντάχθηκαν στη γερμανική κοινωνία, παρά τις αρχικές προκαταλήψεις.
18 Δεκεμβρίου – Παγκόσμια Ημέρα Μεταναστών.
ΠΗΓΕΣ: Γ. Ζ. Ματζουράνης. 1974. Έλληνες εργάτες στη Γερμανία (Γκάσταρμπαιτερ). Αθήνα Εκδόσεις Gutenberg/www.historisches-lexikon-bayerns.de/Lexikon/Gastarbeiter